Η Σχολή Αλεξιπτωτιστών του Ελληνικού Στρατού συμπληρώνει φέτος εβδομήντα χρόνια ζωής. Πίσω από αυτόν τον αριθμό κρύβεται ένα κεφάλαιο που δεν αφορά μόνο τη στρατιωτική εκπαίδευση αλλά την ίδια την εξέλιξη των ελληνικών Ειδικών Δυνάμεων. Η επέτειος τιμήθηκε στην έδρα της Σχολής στον Ασπρόπυργο, όπου βετεράνοι αλεξιπτωτιστές και νεότερα στελέχη στάθηκαν δίπλα δίπλα. Η εικόνα δεν ήταν απλώς τελετουργική. Ήταν μια υπενθύμιση ότι η «πουλάδα» δεν είναι σύμβολο για τη στολή αλλά μέρος μιας παράδοσης που χτίστηκε με επιμονή, προετοιμασία και πολλές φορές με κόστος.
Από τη δεκαετία του πενήντα μέχρι σήμερα, η Σχολή Αλεξιπτωτιστών λειτουργεί σαν ένας σταθερός μηχανισμός παραγωγής ανθρώπων που αναλαμβάνουν καθήκοντα τα οποία ο υπόλοιπος κόσμος γνωρίζει συνήθως μόνο όταν όλα έχουν ήδη τελειώσει. Η Ελλάδα, αμέσως μετά τον Εμφύλιο, είχε ανάγκη από μονάδες ικανές να επιχειρούν από αέρα. Η εμπειρία των Ιερολοχιτών, πολλοί από τους οποίους είχαν ήδη εκπαιδευθεί στη Μέση Ανατολή τη δεκαετία του σαράντα, αποτέλεσε το πρώτο θεμέλιο για να προχωρήσει η χώρα στην ίδρυση ενός εξειδικευμένου σχολείου αλεξιπτωτισμού.
Από τον Ιερό Λόχο στην ανάγκη για αερομεταφερόμενο πόλεμο
Στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, αξιωματικοί που είχαν ζήσει τις επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή και στα νησιά του Αιγαίου συνέχισαν να υπηρετούν στις νέες μονάδες καταδρομών. Η Ελλάδα έμπαινε στον Ψυχρό Πόλεμο και η ενίσχυση των Ειδικών Δυνάμεων ήταν μονόδρομος. Ο υποστράτηγος Ανδρέας Καλλίνσκης, Ιερολοχίτης και θεμελιωτής των Δυνάμεων Καταδρομών, είχε αναφέρει επανειλημμένα την ανάγκη να δημιουργηθεί σχολή εκπαίδευσης για αερομεταφερόμενες επιχειρήσεις. Η ιδέα άργησε να υλοποιηθεί επειδή η χώρα δεν διέθετε τότε εξοπλισμό και υποδομές.
Η κατάσταση άλλαξε στις αρχές της δεκαετίας του πενήντα όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν εκπαιδευτική υποστήριξη. Έλληνες αξιωματικοί στάλθηκαν στο Fort Benning και στο Fort Bragg, δύο σημεία στον αμερικανικό χάρτη όπου γράφτηκαν μερικά από τα σημαντικότερα κεφάλαια του παγκόσμιου αερομεταφερόμενου πολέμου. Εκεί εκπαιδεύθηκαν στις διαδικασίες ρίψεων, στην τακτική και στην ευθύνη του jump master. Αυτή η γνώση ήταν το κλειδί για να επιστρέψουν και να χτίσουν από την αρχή μια ελληνική σχολή που θα λειτουργούσε με πρότυπα διεθνούς επιπέδου.
Η επίσημη ίδρυση και το πρώτο άλμα που σημάδεψε τη σχολή
Η Σχολή Αλεξιπτωτιστών ιδρύθηκε στις 12 Μαρτίου 1955 με διοικητή τον ταγματάρχη Περικλή Παπαθανασίου. Λίγους μήνες μετά έκανε την εμφάνισή της η πρώτη σειρά εκπαιδευομένων. Οι σαράντα άνδρες που στάθηκαν για πρώτη φορά κάτω από τον πύργο εκπαιδεύονταν από Αμερικανούς και Έλληνες εκπαιδευτές. Το πρόγραμμα ήταν απαιτητικό και περιελάμβανε φυσική εκγύμναση, άλματα από τον πύργο και εξάσκηση σε όλα τα πιθανά περιστατικά που μπορεί να συμβούν κατά την έξοδο από το αεροσκάφος.
Το πρώτο άλμα πραγματοποιήθηκε στις 9 Αυγούστου 1955 στα Μέγαρα. Το γεγονός καταγράφηκε ως ιστορικό αλλά και τραγικό, αφού ο επικεφαλής της αμερικανικής ομάδας εκπαιδευτών, αντισυνταγματάρχης John Phillips, τραυματίστηκε θανάσιμα κατά την εκπαίδευση στη ζώνη ρίψεων Τατοΐου. Η απώλειά του θεωρείται μέχρι σήμερα η πρώτη στη Σχολή Αλεξιπτωτιστών και έχει ιδιαίτερη σημασία για όσους πέρασαν από εκεί. Μετά την ολοκλήρωση των πέντε προβλεπόμενων αλμάτων, η απονομή των πτερύγων έγινε από τον βασιλιά Παύλο.
Οι Έλληνες εκπαιδευτές και η ανοδική πορεία της σχολής
Με την αποχώρηση των Αμερικανών, η εκπαίδευση πέρασε αποκλειστικά στα χέρια Ελλήνων στελεχών. Από τις πρώτες σειρές επιλέχθηκαν άτομα που συνέχισαν ως μόνιμοι εκπαιδευτές και αποτέλεσαν τη βάση πάνω στην οποία οικοδομήθηκε η ελληνική τεχνογνωσία. Στα τέλη της δεκαετίας του πενήντα είχαν ολοκληρώσει την εκπαίδευση περίπου τριακόσιοι αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και καταδρομείς.
Η σχολή αναβαθμίστηκε το 1963 σε επιχειρησιακό σχηματισμό και δύο χρόνια αργότερα επανέκτησε το όνομα Σχολή Αλεξιπτωτιστών. Η δημιουργία της πρώτης και δεύτερης Μοίρας Αλεξιπτωτιστών το 1965 και η υπαγωγή τους στο 2ο Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών δείχνει πως η Ελλάδα είχε αρχίσει να αποκτά δικό της δίκτυο αερομεταφερόμενων μονάδων. Από το 1972 λειτουργεί το σχολείο ανιχνευτών ενώ το 1980 εκπαιδεύθηκαν οι πρώτες γυναίκες που είχαν καταταγεί εθελοντικά.
Τα σημερινά σχολεία και η εκπαίδευση που συνεχίζει να εξελίσσεται
Σήμερα στη Σχολή λειτουργούν προγράμματα για όλες τις μορφές πτώσεων. Η βασική εκπαίδευση στατικού ιμάντα διαρκεί τέσσερις εβδομάδες, ενώ η εκπαίδευση ελεύθερης πτώσης φτάνει τις πέντε. Η σχολή διαθέτει επίσης τμήματα για ανιχνευτές, για συσκευασία και επισκευή αλεξιπτώτων και για αρχηγούς ρίψεων. Σημαντικό κομμάτι αποτελεί και το σχολείο αυτοάμυνας με εκπαίδευση Tae Kwon Do.
Από τη ΣΧΑΛ έχουν περάσει στελέχη όλων των Κλάδων. Ανάμεσά τους υπάρχουν αξιωματικοί που αργότερα έφθασαν μέχρι τη θέση του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ, όπως οι Αγαμέμνων Γκράτζιος, Ιωάννης Βερυβάκης, Κωνσταντίνος Φλώρος και Δημήτριος Χούπης. Παρόμοια πορεία είχαν και στελέχη του Λιμενικού και του Ναυτικού, που ολοκλήρωσαν επιτυχώς την εκπαίδευση στις πτώσεις.
Το σύμβολο της «πουλάδας» και η ιστορική μνήμη που συνοδεύει τη σχολή
Το έμβλημα της Σχολής παραπέμπει σε εκείνο των Ειδικών Δυνάμεων αλλά με τις πτέρυγες και το αλεξίπτωτο να προστίθενται ως αναφορά στις αερομεταφερόμενες επιχειρήσεις. Ο πύργος, ύψους έντεκα μέτρων, παραμένει μέχρι σήμερα η βασική εγκατάσταση όπου οι εκπαιδευόμενοι δοκιμάζουν την ψυχραιμία και τη φυσιολογική αντίδρασή τους πριν προχωρήσουν σε πραγματικά άλματα. Όποιος αντέξει σε αυτό το σημείο θεωρείται ικανός να συνεχίσει.
Ιδιαίτερη θέση στη μνήμη της Σχολής κατέχει ο Ιερολοχίτης Καίσαρ Σέεμαν, διοικητής της Α΄ Μοίρας Καταδρομών που σκοτώθηκε στο Βίτσι το 1949. Το στρατόπεδο του Ασπροπύργου φέρει το όνομά του και υπενθυμίζει ότι πίσω από κάθε εκπαιδευτική διαδικασία υπάρχει μια ιστορία ανθρώπων που υπηρέτησαν με απόλυτη αφοσίωση.
Κληρονομιά που συνεχίζει να γράφεται
Η Σχολή Αλεξιπτωτιστών έχει εκπαιδεύσει γενιές στελεχών και παραμένει σημείο αναφοράς για όσους υπηρετούν στις Ειδικές Δυνάμεις. Η ιστορία της, από το 1955 έως σήμερα, δεν είναι απλώς μια χρονολογική καταγραφή. Είναι μια πορεία που συνέδεσε την τεχνογνωσία, τη θυσία και την εξέλιξη του ελληνικού στρατού σε εποχές όπου η χώρα χρειαζόταν ανθρώπους που θα επιχειρούσαν εκεί όπου κανείς άλλος δεν μπορούσε να σταθεί.