Ακάθεκτη συνεχίζει η αμερικανική Πολεμική Αεροπορία (USAF) το φιλόδοξο πρόγραμμα Collaborative Combat Aircraft (CCA), που αφορά την ανάπτυξη νέας γενιάς μη επανδρωμένων μαχητικών αεροσκαφών τα οποία θα εκτελούν στο μέλλον ρόλο «loyal wingman» δίπλα στα stealth μαχητικά πολλαπλών ρόλων πέμπτης και έκτης γενιάς.
Το YFQ-42A της General Atomics πραγματοποίησε την πρώτη του πτήση στα τέλη Αυγούστου 2025, ενώ το YFQ-44A της Anduril Industries ακολούθησε με την «παρθενική» του πτήση στις 31 Οκτωβρίου 2025 σε δοκιμαστικό πεδίο της Καλιφόρνια. Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί τη ραγδαία πρόοδο του προγράμματος σε μια χρονική συγκυρία κομβική για τα εξοπλιστικά της USAF, καθώς η Κίνα έχει ήδη σημειώσει μεγάλη πρόοδο στην ανάπτυξη αεροσκαφών 5ης και 6ης γενιάς.
Ο υπουργός Αεροπορίας των ΗΠΑ Troy Meink τόνισε ότι «αυτό το ορόσημο δείχνει πώς ο ανταγωνισμός τροφοδοτεί την καινοτομία και επιταχύνει την παράδοση», υπογραμμίζοντας πως οι δοκιμαστικές πτήσεις παρέχουν κρίσιμα δεδομένα για τον καθορισμό απαιτήσεων, τη μείωση ρίσκου και τη διασφάλιση ότι το πρόγραμμα CCA θα παραδώσει μαχητική ικανότητα με ρυθμό και κλίμακα που θα κρατούν την USAF μπροστά από τις απειλές.
Η Πολεμική Αεροπορία σχεδιάζει τη δημιουργία στόλου τουλάχιστον 1.000 ημιαυτόνομων drones με τεχνητή νοημοσύνη, τα οποία θα επιχειρούν δίπλα σε μαχητικά F-22, F-35 και μελλοντικά στα έκτης γενιάς F-47. Τα CCA θα εκτελούν αποστολές κρούσης, αναγνώρισης και ηλεκτρονικού πολέμου, επεκτείνοντας την επιχειρησιακή εμβέλεια και την αποτελεσματικότητα του στόλου.
Ειδικότερα, θα λειτουργούν ως «loyal wingmen», δηλαδή θα δέχονται εντολές από τα επανδρωμένα αεροσκάφη που θα συνοδεύουν, αναλαμβάνοντας αποστολές υψηλού ρίσκου όπως πλήγματα σε εχθρικούς στόχους ή καταστολή αντιαεροπορικών συστημάτων.
Η USAF επέλεξε τις General Atomics και Anduril για τα πρώτα συμβόλαια CCA τον Απρίλιο του 2024, με τα πρωτότυπα να ξεκινούν δοκιμές εδάφους τον Μάιο του 2025. Η τελική απόφαση για το ποιο από τα δύο μοντέλα θα περάσει σε παραγωγή αναμένεται εντός του τρέχοντος οικονομικού έτους.
Σύμφωνα με στελέχη της Anduril, η πρώτη πτήση του YFQ-44A σχεδιάστηκε εξαρχής να είναι ημιαυτόνομη και όχι τηλεκατευθυνόμενη, γεγονός που απαίτησε περισσότερο χρόνο για την ανάπτυξη του λογισμικού αυτονομίας. Ωστόσο, η εταιρεία εκτιμά ότι η επίτευξη αυτού του βήματος από νωρίς θα επιτρέψει ταχύτερη πρόοδο στις δοκιμές.
«Αυτή είναι μια νέα εποχή αεροπορικής ισχύος», δήλωσε ο Jason Levin, ανώτερος αντιπρόεδρος μηχανικής της Anduril. «Δεν υπάρχει χειριστής με μοχλό και γκάζι που να πετά το αεροσκάφος στο παρασκήνιο». Ο ίδιος πρόσθεσε ότι όλες οι δοκιμές τροχοδρόμησης και πτήσης του YFQ-44A ήταν και θα παραμείνουν ημιαυτόνομες.
Η Anduril σημείωσε ότι από τον αρχικό σχεδιασμό μέχρι τις δοκιμαστικές πτήσεις του CCA χρειάστηκαν μόλις 556 ημέρες, λιγότερο από δύο χρόνια – επίδοση που υπογραμμίζει την ταχύτητα με την οποία εξελίσσεται το πρόγραμμα.