Όπως γράφει :
Τον Δεκέμβριο του 2024, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε αποκλείσει την ιδέα να προχωρήσει πέρα από τα είκοσι τέσσερα Rafale F3R [εκ των οποίων δώδεκα μεταχειρισμένα] που απέκτησε η Πολεμική Αεροπορία σε σύντομο χρονικό διάστημα.
«Σύμφωνα με τον σχεδιασμό των Ενόπλων Δυνάμεων, δεν έχουμε προς το παρόν καμία πρόθεση να ασκήσουμε το δικαίωμά μας για την απόκτηση έξι επιπλέον Rafale. Διαθέτουμε είκοσι τέσσερα και θεωρούμε ότι αυτό είναι απολύτως επαρκές, σε συνδυασμό βεβαίως με την απόφαση που έχουμε λάβει να αποκτήσουμε μια πρώτη παρτίδα είκοσι αεροσκαφών F-35», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης σε συνέντευξη που μεταδόθηκε από τον τηλεοπτικό σταθμό Alpha.
Ωστόσο, αν και η ισορροπία δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο δεν αναμένεται να μεταβληθεί θεμελιωδώς, η συμφωνία που υπέγραψε η Τουρκία με το Ηνωμένο Βασίλειο για την προμήθεια είκοσι Eurofighter EF2000/Typhoon [Tranche 5;] ικανών να φέρουν πυραύλους αέρος-αέρος μεγάλης εμβέλειας Meteor φαίνεται ότι προκάλεσε αναπροσαρμογές στην Αθήνα. Πολύ περισσότερο καθώς η τουρκική αεροπορία θα μπορούσε να παραλάβει τουλάχιστον είκοσι τέσσερα ακόμη μεταχειρισμένα αεροσκάφη [Tranche 3] από το Κατάρ και το Ομάν.
Έτσι, σύμφωνα με την εφημερίδα «Η Καθημερινή», η Πολεμική Αεροπορία επιθυμεί να αποκτήσει περισσότερα Rafale «στην πιο προηγμένη εκδοχή τους», δηλαδή στο πρότυπο F4.3. Δεν αποκλείεται και μια παραγγελία Rafale F5, υπό την προϋπόθεση ότι το μοντέλο αυτό θα είναι σε υπηρεσία πριν από το 2030 [κάτι που δεν ισχύει, καθώς γίνεται λόγος για το 2035].
«Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές των πολιτικών και στρατιωτικών συζητήσεων, η ελληνική Πολεμική Αεροπορία θα πρέπει να αποκτήσει επιπλέον Rafale πριν από το τέλος της δεκαετίας, ώστε να αντικαταστήσει τα Mirage 2000-5, των οποίων η υποστήριξη από τη Dassault θα σταματήσει σύντομα», γράφει η εφημερίδα.
Παράλληλα, στόχος της Αθήνας είναι να επιτύχει το σχήμα που έχει καθοριστεί από το «Σχέδιο 2030», το οποίο προβλέπει την αύξηση του αριθμού των μαχητικών αεροσκαφών σε 200. Τον στόχο αυτό υπενθύμισε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας κατά την επίσκεψή του στην 112 Πτέρυγα Μάχης της αεροπορικής βάσης Ελευσίνας, στις 5 Νοεμβρίου.
«Μόλις ολοκληρωθεί το πρόγραμμα 2030, η χώρα μας θα διαθέτει 200 σύγχρονες πλατφόρμες μάχης, πολύ ισχυρότερες από εκείνες που είχαμε μέχρι σήμερα», δήλωσε ο κ. Δένδιας, χωρίς να διευκρινίσει αν ο αριθμός αυτός περιλαμβάνει ενδεχομένως και συνεργατικά μαχητικά drones (CCA).
«Πρόκειται για ένα νέο σημαντικό κεφάλαιο στην αεροπορική ισχύ της χώρας μας, το οποίο θα συνοδευτεί από νέα αντιαεροπορικά και αντιπυραυλικά συστήματα, αλλά και – για πρώτη φορά στην ιστορία μας – από τη χρήση drones. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς αεροπόρος για να αντιληφθεί το προφανές: μέσα στις επόμενες είκοσι χρόνια, όλα θα αλλάξουν, ακόμη και στον αέρα», εξήγησε ο Έλληνας υπουργός, τονίζοντας την ανάγκη «διατήρησης της απαραίτητης αποτρεπτικής αεροπορικής ικανότητας».
Προς το παρόν, η Πολεμική Αεροπορία διαθέτει είκοσι τέσσερα Rafale F3R, ογδόντα τρία F-16 στο πρότυπο Block 70 «Viper» [και ενδεχομένως άλλα τριάντα, αν τελικά αποφασιστεί η αναβάθμιση των F-16 Block 50], καθώς και τουλάχιστον είκοσι F-35A.
Αν πρόκειται να αντικατασταθούν τα Mirage 2000-5, των οποίων το συμβόλαιο υποστήριξης λήγει το 2027, τότε η Αθήνα θα μπορούσε να παραγγείλει έως και είκοσι τέσσερα επιπλέον Rafale F4.
Υπενθυμίζεται ότι, σε γενικές γραμμές, το Rafale F4 διαθέτει αυξημένη συνδεσιμότητα για επιχειρήσεις δικτυοκεντρικού πολέμου, ραντάρ ενεργής διάταξης φάσης [AESA] RBE-2 με διευρυμένες δυνατότητες, βελτιωμένο σύστημα αυτοπροστασίας και αποφυγής εγκλωβισμού SPECTRA, αυξημένη δυνατότητα οπλισμού με το AASM 1000, νέο οπτικό σύστημα OSF με υπέρυθρη διάταξη [OSF-IRST για «Infra Red Search and Track»], καθώς και το σύστημα TRAGEDAC [για παθητικό εντοπισμό στόχων μέσω δικτύωσης των αεροσκαφών μιας ίδιας περιπολίας].